Griechisch » Deutsch

Übersetzungen für „ποσοστό“ im Griechisch » Deutsch-Wörterbuch (Springe zu Deutsch » Griechisch)

ποσοστό [pɔsɔsˈtɔ] SUBST nt

1. ποσοστό (μέρος):

ποσοστό
Anteil m
ποσοστό κεφαλαίου

2. ποσοστό (επί τοις εκατό):

ποσοστό
ποσοστό
Quote f
ποσοστό ακρίβειας
ποσοστό ανάπτυξης WIRTSCH
ποσοστό ανάπτυξης WIRTSCH
ποσοστό ανατίμησης
ποσοστό ανεργίας
ποσοστό γεννήσεως
ποσοστό δραστηριότητας WIRTSCH
ποσοστό θνησιμότητας
ποσοστό εξαγωγών
ποσοστό πληθωρισμού

Beispielsätze für ποσοστό

ποσοστό nt κατανάλωσης
ποσοστό nt κεφαλαίου
ποσοστό nt προσλήψεων
ποσοστό nt εσόδων
ποσοστό nt ανατίμησης
ποσοστό nt πληθωρισμού
ποσοστό nt επενδύσεων
ποσοστό nt συμμετοχής
ποσοστό nt ακρίβειας
ποσοστό nt πωλήσεων
ποσοστό nt παραγωγής
ποσοστό nt εισαγωγών
ποσοστό nt προμήθειας
ποσοστό nt ιδιοκτησίας
ποσοστό nt απουσιών WIRTSCH
ποσοστό nt σύνταξης
ποσοστό nt μερίσματος
ποσοστό nt ανάπτυξης

Möchtest du ein Wort, eine Phrase oder eine Übersetzung hinzufügen?

Sende uns gern einen neuen Eintrag.

Seite auf Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский