Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Leng“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Leng <-(e)s, -e> [lɛŋ] SUBST αρσ ΖΩΟΛ

Leng
λίγκα θηλ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Mundartlich spricht man von op dr Leng.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Leng" σε άλλες γλώσσες

"Leng" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский