Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Dominica“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Dominica <-s> [doˈmiːnika] SUBST ουδ ενικ (Insel)

Παραδειγματικές φράσεις με Dominica

auf Dominica

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Dominica" σε άλλες γλώσσες

"Dominica" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский